Όσα γνωρίζουμε για τον φάρο που φώτιζε τον αρχαίο κόσμο
Στις 8 Αυγούστου του 1303, ένας σεισμός στην περιοχή της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, θα προκαλέσει σημαντικές φθορές, και ουσιαστικά θα σημάνει την αρχή του τέλους, για ένα από τα Επτά Θαύματα του κόσμου, στον Φάρο της Αλεξάνδρειας, που έστεκε στο ύψος του, των 120 περίπου μέτρων από το 279 π.Χ.
Σύμφωνα με την Ειρήνη Βενιού και «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 29ης Ιουνίου 2015:
«Η ονομασία “φάρος” προέκυψε από την ονομασία ενός μικρού νησιού –πλέον χερσόνησος –στα ανοιχτά της Αλεξάνδρειας, στην Αίγυπτο, επάνω στο οποίο τον 3ο αι. π.Χ. χτίστηκε ο (…) Φάρος της Αλεξάνδρειας».
Όπως γράφουν η Χαρά Κιοσσέ και «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 27ης Οκτωβρίου 1996: «O Φάρος της Αλεξάνδρειας κτίστηκε στο ανατολικό άκρο της ομώνυμης νήσου 50 χρόνια μετά την ίδρυση της πόλης. Βασίλευε ο Πτολεμαίος Φιλάδελφος, ο οποίος ανέθεσε στον Κνίδιο αρχιτέκτονα Σώστρατο την κατασκευή ενός φάρου που έμελλε να θαμπώσει τον αρχαίο κόσμο.
»Ήταν το 279 π.Χ. και τότε περίπου κατασκευάστηκε και το Επταστάδιον για να ενωθεί η στεριά με το νησί. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, ο Φάρος, (…) λειτουργούσε ως την κατάκτηση της Αλεξάνδρειας από τους Αραβες, τον 7ο αιώνα».
«Θα φας καμιά μαχαιριά και θα τρέχεις» – Τα σοκαριστικά μηνύματα των οπαδών πριν τα επεισόδια
Η Αλεξάνδρεια
Όπως αναφέρουν η Χαρά Κιοσσέ και «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 3ης Μαΐου 1998, «από τις 34 Αλεξάνδρειες που ίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος η πρώτη, η πιο ξακουστή, ήταν η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ηταν μια στενή λωρίδα γης που εκτεινόταν κατά μήκος της βόρειας ακτής της Αφρικής ανάμεσα στη Μεσόγειο και στη λίμνη Μαρεώτιδα.
»Ηταν δημιούργημα ενός ονειροπόλου μαθητή του Αριστοτέλη, ο οποίος προσπάθησε να εφαρμόσει σε αυτήν τα διδάγματα του δασκάλου του για την ιδανική πόλη. Ο Αλέξανδρος ήταν μόλις 23 ετών όταν μαζί με τον ρόδιο αρχιτέκτονά του Δεινοκράτη και δύο μηχανικούς του στρατού χάραξε με αλεύρι τα όρια της πόλης που θα έφερε το όνομά του και που έμελλε να γίνει μία από τις λαμπρότερες πόλεις της Μεσογείου.
»Ο Αλέξανδρος πέθανε προτού κτισθεί η πόλη που ίδρυσε και που με τα χρόνια έγινε έδρα της διοίκησης και των μεγάλων δημόσιων υπηρεσιών αλλά και πόλη πολεμιστών, υπαλλήλων και εμπόρων.
»Ο Φάρος φώτιζε τη θάλασσα, το Μουσείο και η Βιβλιοθήκη την πνευματική ζωή των ανθρώπων της και από το λιμάνι της φορτώνονταν τα εμπορεύματα για τα άλλα λιμάνια της Μεσογείου, που κανένα τους όμως δεν είχε τη λάμψη και τη ζωντάνια αυτής της κοσμοπολίτικης πόλης».
Η δομή του Φάρου
Όπως αναφέρει το περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» στο τεύχος της 3ης Ιουλίου 1954:
«Δώδεκα χρόνια χρειάστηκαν για να χτισθή το έβδομο αυτό θαύμα της αρχαίας τέχνης και αρχιτέκτων του ήταν ο Σώστρατος από την Κνίδα.
»Φαρδύς στο κάτω μέρος, εστένευε προς τα επάνω και είχε συνολικό ύψος 120 μέτρα. Απετελείτο από τρία μέρη. Το πρώτο, με βάσι τετραγωνική, χτισμένο με τέλεια εφαρμοσμένες πέτρες, έφτανε ως τη μέση του όλου κτίσματος.
»Το δεύτερο μέρος είχε οκταγωνική βάσι και μικρότερη διάμετρο εις τρόπον ώστε ν’ αφήνη έναν εξώστη ολόγυρα. Στις γωνίες του εξώστη υπήρχαν αγάλματα τριτώνων, που είχαν σάλπιγγες στα στόματά τους, τις οποίες κρατούσαν με τα δεξιά τους χέρια.
»Το τρίτο μέρος ήταν κυλινδρικό και είχε ακόμα μικρότερη διάμετρο ώστε ν’ αφήνη κι αυτό εξώστην και στην κορυφή του ήταν στημένο το άγαλμα του Ποσειδώνα με την τριαίνα στο αριστερό του χέρι, ενώ με το δεξιό έδειχνε το πέλαγος. Στην κορυφή του αγάλματος άναβαν φωτιά, που η ανταύγεια της τη νύχτα και ο καπνός της ημέρα ωδηγούσαν τους ναυτιλλομένους, σε ακτίνα 45 περίπου χιλιομέτρων.
Η κατασκευή
»Το οικοδόμημα ήταν χτισμένο πάνω στο νησάκι Φάρος, που ευρίσκεται στο στόμιο του λιμένος της Αλεξάνδρειας, είχε δε πολλά πατώματα. Στις διάφορες αίθουσες που υπήρχαν στα πατώματα ωδηγούσαν σκάλες τόσον τεχνικά φτιαγμένες και με τέτοια ελαφρά κλίσι, ώστε ν’ ανεβαίνουν και ζώα φορτωμένα ως την κορυφή του κτίσματος.
»Για την κατασκευή του Φάρου ξοδεύτηκαν τεράστια ποσά (…) και τη δαπάνη κατέβαλε εξ ολοκλήρου ο Πτολεμαίος Β’ Φιλάδελφος. Εξωτερικώς είχε επίστρωμα από ασβεστοκονίασμα και ο Λουκιανός αναφέρει ότι ο Σώστρατος, αποβλέποντας στην υστεροφημία, έγραψε πάνω στις πέτρες του κτιρίου επίγραμμα με τ’ όνομά του, ενώ στο επίχρισμα έγραψε άλλο επίγραμμα με τ’ όνομα του Πτολεμαίου.
Φθορές και αναστηλώσεις
»Όταν, με τον καιρό, έπεσε το επίχρισμα, έμεινε μόνον τ’ όνομα του Σώστρατου στο κτίριο. Οι σεισμοί, η θάλασσα και ο χρόνος έβλαψαν τον Φάρο. Το 500 μ.Χ., επί Αναστασίου, έγιναν επισκευές, όταν όμως άρχισε να χάνη το λιμάνι τη μεγάλη του σημασία, κατέρρευσε σιγά – σιγά και τα υλικά του χρησίμευσαν για άλλα έργα».
Σύμφωνα με «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 27ης Οκτωβρίου 1996, «μια σειρά από σεισμούς, που άρχισαν τον 4ο μ.Χ. αι., συνετέλεσε στη σταδιακή καταστροφή του Φάρου και φαίνεται πως μετά από κάθε σεισμό οι Αλεξανδρινοί επισκεύαζαν τα τμήματα που είχαν πέσει.
»Μια σειρά από σεισμούς, που άρχισαν τον 4ο μ.Χ. αι., συνετέλεσε στη σταδιακή καταστροφή του Φάρου και φαίνεται πως μετά από κάθε σεισμό οι Αλεξανδρινοί επισκεύαζαν τα τμήματα που είχαν πέσει. Μια από τις σοβαρότερες αναστηλώσεις έγινε από Άραβες το 874, όταν επισκευάστηκε ο θόλος που επιστέγαζε την κορυφή.
»Όταν όμως αργότερα εγκαταλείφθηκε ο Μέγας Λιμένας και η Αλεξάνδρεια έχασε την εμπορική της ισχύ, αφέθηκε ο πύργος να καταρρεύσει και οι Αλεξανδρινοί έπαιρναν τις πέτρες του για να χτίζουν τη μεσαιωνική πόλη.
Το τέλος
»Η τελική καταστροφή ήρθε με τον σεισμό του 1324 όταν κατέρρευσε και το χαμηλότερο τετράγωνο τμήματο. Έναν αιώνα αργότερα, ο εμίρης Καΐτ- Μπέη έκτισε, με ό,τι είχε απομείνει από το αρχαίο υλικό, το όμορφο φρούριο που ορθώνεται σήμερα στη θέση που άλλοτε ήταν ο Φάρος.
Η Αλεξάνδρεια θα ακολουθούσε την «πορεία» του φάρου της.
«Δεν ήταν μόνον ο Φάρος. Ολόκληρη η λαμπρή πόλη των Πτολεμαίων με το φημισμένο Μουσείο της και τη Βιβλιοθήκη, με τις πλατείες, τα πάρκα και τα αμέτρητα μνημεία και τους ναούς, έμελλε να ακολουθήσει την ίδια μοίρα.
»Μετά τους Έλληνες, ήρθαν οι Ρωμαίοι, μετά οι Βυζαντινοί, οι Άραβες. Το Μουσείο, η Βιβλιοθήκη, τα αμέτρητα μνημεία της χάνονταν το ένα μετά το άλλο, άλλοτε από σεισμούς και άλλοτε από τις ξένες εισβολές και πολύ συχνά από τους ίδιους τους κατοίκους που χρησιμοποιούσαν τις αρχαίες πέτρες σαν οικοδομικό υλικό. Και καθώς η θάλασσα ανέβαινε, η πόλη βυθιζόταν αργά στην άμμο και στη λήθη. Ώσπου ξεχάστηκε».
Comments